ἐδάκρυσαν

ἐδάκρυσαν
ἐδάκρῡσαν , δακρύω
weep
aor ind act 3rd pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • νερό — το 1. υγρό διαυγές, άχρωμο και άγευστο, το πιο διαδεδομένο στοιχείο στη φύση. 2. βροχή: Αν ρίξει ο Μάρτης δυο νερά κι ο Απρίλης άλλο ένα, χαρά σ εκείνον το ζευγά που ’χει πολλάσπαρμένα (παροιμ.). 3. φυσική, σωματική ανάγκη: Θέλω να κάνω το νερό… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”